Κωνσταντίνος Χατζηνικολάου

Κωνσταντίνος Χατζηνικολάου, Σκυλιά, 1995, φωτογραφία Polaroid, εικόνα: 7,5 × 7,5 εκ.

Κωνσταντίνος Χατζηνικολάου, Ανέστης, 2017, φιλμ Super 8 μεταγραμμένο σε ψηφιακό βίντεο, βιβλία, φωτογραφίες, documenta 14, Αθήνα, φωτογραφία: Στάθης Μαμαλάκης

Κωνσταντίνος Χατζηνικολάου, Woyzeck, 2017, φιλμ Super 8 μεταγραμμένο σε ψηφιακό βίντεο, άποψη εγκατάστασης, Neue Galerie, Κάσελ, documenta 14, φωτογραφία: Mathias Völzke

Ο Κωνσταντίνος Χατζηνικολάου, που γεννήθηκε στην Αθήνα το 1974, είναι ιδιάζουσα περίπτωση. Ως καλλιτέχνης βρίσκεται στον ενδιάµεσο χώρο µεταξύ κινηµατογράφου και λογοτεχνίας, ή µάλλον βρίσκεται ταυτόχρονα και στους δύο χώρους µε την ίδια ένταση και συγκέντρωση και την ίδια διάθεση φυγής. Ως κινηµατογραφιστής γυρίζει σε Super 8 «µικροσκοπικά σιωπηλά ντοκιµαντέρ», χωρίς σενάριο, και δηµιουργεί εικόνες άχρονες. Ως συγγραφέας γράφει κείµενα µικρής και µεγαλύτερης φόρµας, αφαιρετικά και ακριβή, σε µια γλώσσα άµεση, σχεδόν προφορική, καθαρή, συχνά ωµή. Ξεκινά από µια υπάρχουσα ιστορία, πραγµατική ή πλασµατική, και λειτουργεί σαν παραχαράκτης: µπλέκει το πραγµατικό µε το φανταστικό, το πολιτικό µε το καθηµερινό και το προσωπικό, έτσι που το όνειρο γίνεται µέρος της πραγµατικότητας και η πραγµατικότητα µέρος της αφήγησής του.

Η προσέγγισή του είναι ποιητική –ή αντι-ποιητική, όπως θέλει ο ίδιος να πιστεύει– είτε στο πλαίσιο ενός µυθιστορήµατος (Ιάκωβος, 2016), είτε ενός φιλµ διάρκειας ενός λεπτού (Human Mattress [Άνθρωπος στρώµα], 2005), είτε ακόµα στην υβριδική ζώνη µιας εγκατάστασης φιλµ και κειµένου ή µιας διάλεξης-περφόρµανς όπου συναντιούνται το ντοκιµαντέρ και η µυθοπλασία. Είναι επίσης πολιτική ή κατά τύχη πολιτική, αφού, όπως λέει, όσο πιο ποιητικό είναι ένα κείµενο (όσο δηλαδή πιο ακριβές), τόσο πιο βίαιο και πολιτικό γίνεται. Πιστεύει άλλωστε στη δύναµη της καθηµερινότητας και στο ότι το πολιτικό πραγµατώνεται µέσα από αυτήν. Ξεκινά από τη µικρή φόρµα, η οποία έχει την ένταση του ακαριαίου, και προχωρά στη µεγαλύτερη σύνθεση µέσα από µια διαδικασία σχεδόν µεθοδικών συνειρµών. Στη συνύπαρξη φιλµ και κειµένου ο ρυθµός είναι σηµαντικός: καθώς εξελίσσεται το φιλµ, βουβό, το κείµενο γίνεται ο απών ήχος του που συµπληρώνει –και παραποιεί– την ιστορία.

Για την documenta 14 αποφάσισε να δουλέψει µε δύο κείµενα, το κλασικό Βόιτσεκ (1879) του Georg Bϋchner και Το θολάµι (1987) του Νίκου Κάσδαγλη. Τα διαβάζει µε τρόπο τέτοιο ώστε ανακαλύπτει αναπάντεχες συνδέσεις µεταξύ της έντονης δράσης στο Θολάµι, το οποίο παρακολουθεί τη γεµάτη αγωνία προσπάθεια διαφυγής του πρωταγωνιστή έπειτα από µια συµπλοκή (εικάζουµε ότι αναφέρεται σε πραγµατικά γεγονότα µε πολιτικές προεκτάσεις, που συνέβησαν κατά τη δεκαετία του 1980 στην Αθήνα), και της πνιγηρής αδράνειας του Βόιτσεκ, ο οποίος προσπαθεί να ξεφύγει από έναν κόσµο που τον παγιδεύει – βιβλίο που έµεινε ανολοκλήρωτο. Και οι δύο πρωταγωνιστές τελικά αποτυγχάνουν, ο καθένας µε τον δικό του τραγικό τρόπο. Σε τρία νέα κείµενα και δύο φιλµ αναµειγνύει στοιχεία από τις δύο ιστορίες µε πραγµατικά γεγονότα και φανταστικές αναφορές. Μοιάζει να βρίσκει τον εαυτό του στους δύο ήρωες που ίσως τελικά είναι ένας. Λες και το κεφάλι του Βόιτσεκ έχει προσγειωθεί στο σώµα του ήρωα του Θολαµιού.

Κατερίνα Τσέλου

Αναρτήθηκε στην κατηγορία Δημόσια έκθεση
Απόσπασμα από το documenta 14: Daybook